6η ΜΠΙΕΝΑΛΕ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Η 6η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης που και φέτος φέρει τη σφραγίδα του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης συμπληρώνει 10 χρόνια παρουσίας και έχει καταφέρει όχι μόνο να καθιερωθεί στο ελληνικό εικαστικό γίγνεσθαι, αλλά και να προσελκύσει το διεθνές ενδιαφέρον. Στην κεντρική της έκθεση και στο φεστιβάλ περφόρμανς η Μπιενάλε φιλοξενεί 96 καλλιτέχνες και ομάδες που προέρχονται από 37 χώρες και τέσσερις ηπείρους. Εικαστικοί οι οποίοι μέσα από τα έργα τους πραγματεύονται το κεντρικό θέμα της φετινής διοργάνωσης Φαντασιακές Εστίες / Ιmagined Homes, ένα θέμα που λαμβάνει ως αφορμή την παρούσα συγκυρία της έξαρσης του μεταναστευτικού προβλήματος για να επικεντρωθεί στη ρευστότητα και το συνεχή επαναπροσδιορισμό του σπιτιού.

Η 6η Μπιενάλε έχει ως εκθεσιακό πυρήνα της τέσσερις χώρους: την έδρα του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Μονή Λαζαριστών, το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης στην Αποθήκη Β1 στο λιμάνι Θεσσαλονίκης, το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και την Αγιορειτική Εστία. Σε συνδυασμό δε με το φεστιβάλ περφόρμανς Θεσσαλονίκης, τις εκθέσεις της Κίνησης των 5 Μουσείων Θεσσαλονίκης, το πρόγραμμα δράσεων, τις εκπαιδευτικές δράσεις για παιδιά και ενήλικες και το παράλληλο πρόγραµµα στο οποίο έχουν ενταχθεί αυτοχρηματοδοτούµενες εκθέσεις-δράσεις και παρουσιάζονται υπό την αιγίδα της Μπιενάλε, θα απλωθεί σχεδόν σε κάθε γωνιά της Θεσσαλονίκης.

Η διευθύντρια της 6ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης, Συραγώ Τσιάρα αναφέρει: «Η εστία που χάνουμε, το σπίτι που κρατάμε μέσα μας ως μνήμη σε συνθήκες αναγκαστικού εκτοπισμού, εκείνο που ονειρευόμαστε και προσδοκούμε να δημιουργήσουμε, αλλά και ό,τι αλλάζει γύρω και μέσα μας στο μεταξύ είναι το κεντρικό νήμα της αφήγησης των Φαντασιακών Εστιών. Και παρά το γεγονός ότι οι Φαντασιακές Εστίες εδράζονται στη μεταναστευτική κρίση που διανύουμε, δεν αντανακλούν απλώς την περιρρέουσα συνθήκη, αλλά δίνουν χώρο να εκφραστεί το νέο που γεννιέται: νέοι τρόποι κοινωνικής συναναστροφής, αυτό-οργάνωσης, αλληλεγγύης, συμπερίληψης και συλλογικής λειτουργίας, αλλά και της αίσθησης αποκλεισμού και περιθωριοποίησης». Με την υποστήριξη του ΝΕΟΝ.